(2019-04-28) ΑΝΑΣΤΑΣΗ
Πατήστε εδώ για να ακούσετε
Ομιλητής: Βουλγαράκης Νίκος
Σχετικά εδάφια:
Ματθαίος 28:1-10
1 ΚΑΙ ΑΦΟΥ πέρασε το σάββατο, κατά τα χαράματα της πρώτης ημέρας τής εβδομάδας, ήρθε η Μαρία η Μαγδαληνή, και η άλλη Μαρία, για να δουν τον τάφο.
2 Και ξάφνου, έγινε μεγάλος σεισμός· επειδή, ένας άγγελος του Κυρίου κατεβαίνοντας από τον ουρανό, ήρθε και αποκύλισε την πέτρα από τη θύρα, και καθόταν επάνω σ' αυτή. 3 Η δε όψη του ήταν σαν αστραπή, και το ένδυμά του λευκό σαν χιόνι. 4 Και από τον φόβο του οι φύλακες ταράχτηκαν, και έγιναν σαν νεκροί.
5 Και αποκρινόμενος ο άγγελος, είπε στις γυναίκες: Εσείς, μη φοβάστε· επειδή, ξέρω, ότι ζητάτε τον Ιησού τον σταυρωμένο· 6 δεν είναι εδώ· επειδή, αναστήθηκε, όπως το είχε πει· ελάτε, δείτε τον τόπο όπου ήταν τοποθετημένος ο Κύριος· 7 και πηγαίνετε γρήγορα, και πείτε στους μαθητές του ότι, αναστήθηκε από τους νεκρούς· και δέστε, πηγαίνει πριν από σας στη Γαλιλαία· εκεί θα τον δείτε· προσέξτε, σας το είπα.
8 Και αφού βγήκαν γρήγορα από το μνήμα, με φόβο και μεγάλη χαρά, έτρεξαν να το αναγγείλουν στους μαθητές του.
9 Και ενώ έρχονταν να το αναγγείλουν στους μαθητές του, ξάφνου, ο Ιησούς τις συνάντησε, λέγοντας: Χαίρετε. Και εκείνες, αφού πλησίασαν, έπιασαν τα πόδια του, και τον προσκύνησαν.
10 Τότε, ο Ιησούς λέει σ' αυτές: Μη φοβάστε· πηγαίνετε, αναγγείλατε προς τους αδελφούς μου, για να πάνε στη Γαλιλαία· και εκεί θα με δουν.
Ιωάννης 20:1-18
1 ΚΑΙ την πρώτη ημέρα τής εβδομάδας, η Μαρία η Μαγδαληνή έρχεται το πρωί στο μνήμα, ενώ ακόμα ήταν σκοτάδι, και βλέπει την πέτρα σηκωμένη από το μνήμα. 2 Τρέχει, λοιπόν, και έρχεται στον Σίμωνα Πέτρο, και στον άλλον μαθητή, τον οποίο αγαπούσε ο Ιησούς, και τους λέει: Σήκωσαν τον Κύριο από το μνήμα, και δεν ξέρουμε πού τον έβαλαν.
so do Peter and John, ignorant of the resurrection
3 Βγήκε, λοιπόν, έξω ο Πέτρος και ο άλλος μαθητής, και έρχονταν στο μνήμα. 4 Έτρεχαν δε και οι δύο μαζί· και ο άλλος μαθητής έτρεξε ταχύτερα μπροστά από τον Πέτρο, και ήρθε πρώτος στο μνήμα· 5 και αφού έσκυψε προς τα μέσα, βλέπει να κείτονται τα σάβανα καταγής· όμως, δεν μπήκε μέσα. 6 Έρχεται, λοιπόν, ο Σίμωνας Πέτρος ακολουθώντας τον, και μπήκε μέσα στο μνήμα, και κοιτάζει τα σάβανα να κείτονται καταγής, 7 και το σουδάριο, που ήταν επάνω στο κεφάλι του, να μη κείτεται μαζί με τα σάβανα, αλλά τυλιγμένο χωριστά σε ένα μέρος. 8 Τότε, λοιπόν, μπήκε μέσα και ο άλλος μαθητής, που είχε έρθει πρώτος στο μνήμα, και είδε, και πίστεψε· 9 επειδή, δεν καταλάβαιναν ακόμα τη γραφή, ότι αυτός πρέπει να αναστηθεί από τους νεκρούς.
10 Οι μαθητές, λοιπόν, αναχώρησαν ξανά στα δικά τους.
11 Η δε Μαρία στεκόταν έξω, κοντά στο μνήμα, κλαίγοντας· ενώ, λοιπόν, έκλαιγε, έσκυψε στο μνημείο· 12 και βλέπει δύο αγγέλους λευκοντυμένους, καθισμένους, έναν κοντά στο κεφάλι, και έναν κοντά στα πόδια, εκεί όπου είχε τοποθετηθεί το σώμα τού Ιησού. 13 Και εκείνοι λένε σ' αυτήν: Γυναίκα, γιατί κλαις;
Λέει σ' αυτούς: Επειδή, σήκωσαν τον Κύριό μου, και δεν ξέρω πού τον έβαλαν.
14 Και αφού είπε αυτά, στράφηκε προς τα πίσω, και βλέπει τον Ιησού να στέκεται, και δεν ήξερε ότι είναι ο Ιησούς. 15 Ο Ιησούς λέει σ' αυτήν: Γυναίκα, γιατί κλαις; Ποιον ζητάς;
Εκείνη, νομίζοντας ότι είναι ο κηπουρός, λέει σ' αυτόν: Κύριε, αν εσύ τον σήκωσες, πες μου, πού τον έβαλες, και εγώ θα τον σηκώσω.
16 Ο Ιησούς λέει σ' αυτήν: Μαρία.
Εκείνη, αφού στράφηκε, λέει σ' αυτόν: Ραββουνί! (που, σημαίνει: Δάσκαλε).
17 Ο Ιησούς λέει σ' αυτήν: Μη με αγγίζεις· επειδή, δεν ανέβηκα ακόμα προς τον Πατέρα μου· αλλά, πήγαινε στους αδελφούς μου, και πες τους: Ανεβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας, και Θεό μου και Θεό σας.
18 Η Μαρία η Μαγδαληνή έρχεται και αναγγέλλει στους μαθητές ότι είδε τον Κύριο, και ότι της είπε αυτά.
Μάρκος 16:1-12
1 ΚΑΙ αφού πέρασε το σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα τού Ιακώβου, και η Σαλώμη, αγόρασαν αρώματα, για νάρθουν να τον αλείψουν. 2 Και πολύ πρωί, την πρώτη ημέρα τής εβδομάδας, έρχονται στον τάφο, όταν ανέτειλε ο ήλιος.
3 Και αναμεταξύ τους έλεγαν: Ποιος θα αποκυλίσει σε μας την πέτρα από τη θύρα τού μνήματος; 4 Και, καθώς σήκωσαν το βλέμμα τους, παρατηρούν ότι η πέτρα ήταν ήδη αποκυλισμένη· επειδή, ήταν υπερβολικά μεγάλη.
5 Και όταν μπήκαν στο μνήμα, είδαν έναν νεανία να κάθεται στα δεξιά, ντυμένον με άσπρη στολή· και τρόμαξαν. 6 Και εκείνος λέει σ' αυτές: Μη τρομάζετε· τον Ιησού ζητάτε, τον Ναζαρηνό, τον σταυρωμένο· αναστήθηκε, δεν είναι εδώ· δέστε, ο τόπος όπου τον είχαν βάλει. 7 Αλλά, πηγαίνετε, πείτε στους μαθητές του, και στον Πέτρο, ότι πηγαίνει πριν από σας στη Γαλιλαία· εκεί θα τον δείτε, όπως σας είχε πει.
8 Και αφού βγήκαν γρήγορα έξω, έφυγαν από το μνήμα· αλλά τις κατείχε τρόμος και έκσταση· και δεν είπαν τίποτε σε κανέναν· επειδή, φοβόνταν.
9 Και αφού αναστήθηκε το πρωί τής πρώτης ημέρας τής εβδομάδας, φάνηκε πρώτα στη Μαρία τη Μαγδαληνή, από την οποία είχε βγάλει επτά δαιμόνια. 10 Εκείνη πήγε και το ανήγγειλε σ' αυτούς που είχαν σταθεί μαζί του, ενώ πενθούσαν και έκλαιγαν. 11 Και εκείνοι, όταν άκουσαν ότι ζει και ότι αυτή τον είδε, δεν πίστεψαν.
12 Και μετά απ' αυτά, φανερώθηκε με άλλη μορφή σε δύο απ' αυτούς, ενώ περπατούσαν και πήγαιναν στο χωράφι.
Έξοδος 12:3-14
3 Να μιλήσετε σε ολόκληρη τη συναγωγή τού Ισραήλ, λέγοντας: Τη δέκατη ημέρα αυτού του μήνα ας πάρουν για τον εαυτό τους κάθε ένας ένα αρνί, σύμφωνα με τις οικογένειες των πατριών τους, ένα αρνί για κάθε οικογένεια. 4 Αν, όμως, εκείνοι που είναι στην οικογένεια είναι λιγοστοί για το αρνί, αυτός και ο γείτονάς του, που είναι πλησιέστερος στο σπίτι του, ας το πάρουν σύμφωνα με τον αριθμό των ψυχών· κάθε ένας θα συγκαταριθμείται για το αρνί, ανάλογα με όσο του χρειάζεται να φάει. 5 Και το αρνί σας θα είναι τέλειο, αρσενικό, χρονιάρικο· από τα πρόβατα ή από τις κατσίκες θα το πάρετε. 6 Και θα το διαφυλάττε μέχρι τη 14η ημέρα τού ίδιου μήνα· και τότε, ολόκληρο το πλήθος τής συναγωγής τού Ισραήλ θα το σφάξει προς την εσπέρα. 7 Και θα πάρουν από το αίμα και θα βάλουν επάνω στους δύο παραστάτες, κι επάνω στο ανώφλι τής θύρας των σπιτιών, όπου θα το φάνε. 8 Και θα φάνε το κρέας εκείνη τη νύχτα, ψητό στη φωτιά· με άζυμα, και με χόρτα πικρά, θα το φάνε· 9 μη φάτε απ' αυτό ωμό ούτε βραστό σε νερό, αλλά ψητό σε φωτιά· το κεφάλι του μαζί με τα πόδια του και μαζί με τα εντόσθιά του· 10 και μη αφήσετε υπόλοιπο απ' αυτό μέχρι το πρωί· και ό,τι περισσεύσει απ' αυτό μέχρι το πρωί, κάψτε το στη φωτιά.
11 Και θα το φάτε ως εξής· ζωσμένοι τις οσφύες σας, έχοντας τα υποδήματά σας στα πόδια σας, και τη ράβδο σας στο χέρι σας· και θα το φάτε με βιασύνη· είναι Πάσχα τού Κυρίου.
12 Επειδή, αυτή τη νύχτα θα περάσω μέσα από τη γη τής Αιγύπτου, και θα χτυπήσω κάθε πρωτότοκο στη γη τής Αιγύπτου, από άνθρωπο μέχρι κτήνος· και θα κάνω κρίσεις ενάντια σε όλους τους θεούς τής Αιγύπτου. Εγώ ο Κύριος. 13 Και το αίμα θα είναι σε σας για σημείο επάνω στα σπίτια σας, στα οποία κατοικείτε· και όταν δω το αίμα, θα σας παρατρέξω, και η πληγή δεν θα είναι σε σας για να σας εξολοθρεύσει, όταν χτυπήσω τη γη τής Αιγύπτου.
14 Και η ημέρα αυτή θα είναι σε σας σε ενθύμηση· και θα γιορτάσετε αυτή τη γιορτή στον Κύριο στις γενεές σας· ως έναν παντοτινό νόμο θα τη γιορτάζετε.
Γένεση 4:7
7 ουκ εαν ορθως προσενεγκης ορθως δε μη διελης ημαρτες ησυχασον προς σε η αποστροφη αυτου και συ αρξεις αυτου
Ψαλμοί 110:1
1 Είπεν ο Κύριος προς τον Κύριόν μου, Κάθου εκ δεξιών μου, εωσού θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου.
Α' Κορινθίους 13:12
12 Διότι τώρα βλέπομεν διά κατόπτρου αινιγματωδώς, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον· τώρα γνωρίζω κατά μέρος, τότε δε θέλω γνωρίσει καθώς και εγνωρίσθην.
Γένεση 1
1 Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην.
2 Η δε γη ήτο άμορφος και έρημος· και σκότος επί του προσώπου της αβύσσου. Και πνεύμα Θεού εφέρετο επί της επιφανείας των υδάτων.
3 Και είπεν ο Θεός, Γενηθήτω φώς· και έγεινε φώς· 4 και είδεν ο Θεός το φως ότι ήτο καλόν· και διεχώρισεν ο Θεός το φως από του σκότους· 5 και εκάλεσεν ο Θεός το φως, Ημέραν· το δε σκότος εκάλεσε, Νύκτα. Και έγεινεν εσπέρα και έγεινε πρωΐ, ημέρα πρώτη.
Ομιλητής: Βουλγαράκης Νίκος
Σχετικά εδάφια:
Ματθαίος 28:1-10
1 ΚΑΙ ΑΦΟΥ πέρασε το σάββατο, κατά τα χαράματα της πρώτης ημέρας τής εβδομάδας, ήρθε η Μαρία η Μαγδαληνή, και η άλλη Μαρία, για να δουν τον τάφο.
2 Και ξάφνου, έγινε μεγάλος σεισμός· επειδή, ένας άγγελος του Κυρίου κατεβαίνοντας από τον ουρανό, ήρθε και αποκύλισε την πέτρα από τη θύρα, και καθόταν επάνω σ' αυτή. 3 Η δε όψη του ήταν σαν αστραπή, και το ένδυμά του λευκό σαν χιόνι. 4 Και από τον φόβο του οι φύλακες ταράχτηκαν, και έγιναν σαν νεκροί.
5 Και αποκρινόμενος ο άγγελος, είπε στις γυναίκες: Εσείς, μη φοβάστε· επειδή, ξέρω, ότι ζητάτε τον Ιησού τον σταυρωμένο· 6 δεν είναι εδώ· επειδή, αναστήθηκε, όπως το είχε πει· ελάτε, δείτε τον τόπο όπου ήταν τοποθετημένος ο Κύριος· 7 και πηγαίνετε γρήγορα, και πείτε στους μαθητές του ότι, αναστήθηκε από τους νεκρούς· και δέστε, πηγαίνει πριν από σας στη Γαλιλαία· εκεί θα τον δείτε· προσέξτε, σας το είπα.
8 Και αφού βγήκαν γρήγορα από το μνήμα, με φόβο και μεγάλη χαρά, έτρεξαν να το αναγγείλουν στους μαθητές του.
9 Και ενώ έρχονταν να το αναγγείλουν στους μαθητές του, ξάφνου, ο Ιησούς τις συνάντησε, λέγοντας: Χαίρετε. Και εκείνες, αφού πλησίασαν, έπιασαν τα πόδια του, και τον προσκύνησαν.
10 Τότε, ο Ιησούς λέει σ' αυτές: Μη φοβάστε· πηγαίνετε, αναγγείλατε προς τους αδελφούς μου, για να πάνε στη Γαλιλαία· και εκεί θα με δουν.
Ιωάννης 20:1-18
1 ΚΑΙ την πρώτη ημέρα τής εβδομάδας, η Μαρία η Μαγδαληνή έρχεται το πρωί στο μνήμα, ενώ ακόμα ήταν σκοτάδι, και βλέπει την πέτρα σηκωμένη από το μνήμα. 2 Τρέχει, λοιπόν, και έρχεται στον Σίμωνα Πέτρο, και στον άλλον μαθητή, τον οποίο αγαπούσε ο Ιησούς, και τους λέει: Σήκωσαν τον Κύριο από το μνήμα, και δεν ξέρουμε πού τον έβαλαν.
so do Peter and John, ignorant of the resurrection
3 Βγήκε, λοιπόν, έξω ο Πέτρος και ο άλλος μαθητής, και έρχονταν στο μνήμα. 4 Έτρεχαν δε και οι δύο μαζί· και ο άλλος μαθητής έτρεξε ταχύτερα μπροστά από τον Πέτρο, και ήρθε πρώτος στο μνήμα· 5 και αφού έσκυψε προς τα μέσα, βλέπει να κείτονται τα σάβανα καταγής· όμως, δεν μπήκε μέσα. 6 Έρχεται, λοιπόν, ο Σίμωνας Πέτρος ακολουθώντας τον, και μπήκε μέσα στο μνήμα, και κοιτάζει τα σάβανα να κείτονται καταγής, 7 και το σουδάριο, που ήταν επάνω στο κεφάλι του, να μη κείτεται μαζί με τα σάβανα, αλλά τυλιγμένο χωριστά σε ένα μέρος. 8 Τότε, λοιπόν, μπήκε μέσα και ο άλλος μαθητής, που είχε έρθει πρώτος στο μνήμα, και είδε, και πίστεψε· 9 επειδή, δεν καταλάβαιναν ακόμα τη γραφή, ότι αυτός πρέπει να αναστηθεί από τους νεκρούς.
10 Οι μαθητές, λοιπόν, αναχώρησαν ξανά στα δικά τους.
11 Η δε Μαρία στεκόταν έξω, κοντά στο μνήμα, κλαίγοντας· ενώ, λοιπόν, έκλαιγε, έσκυψε στο μνημείο· 12 και βλέπει δύο αγγέλους λευκοντυμένους, καθισμένους, έναν κοντά στο κεφάλι, και έναν κοντά στα πόδια, εκεί όπου είχε τοποθετηθεί το σώμα τού Ιησού. 13 Και εκείνοι λένε σ' αυτήν: Γυναίκα, γιατί κλαις;
Λέει σ' αυτούς: Επειδή, σήκωσαν τον Κύριό μου, και δεν ξέρω πού τον έβαλαν.
14 Και αφού είπε αυτά, στράφηκε προς τα πίσω, και βλέπει τον Ιησού να στέκεται, και δεν ήξερε ότι είναι ο Ιησούς. 15 Ο Ιησούς λέει σ' αυτήν: Γυναίκα, γιατί κλαις; Ποιον ζητάς;
Εκείνη, νομίζοντας ότι είναι ο κηπουρός, λέει σ' αυτόν: Κύριε, αν εσύ τον σήκωσες, πες μου, πού τον έβαλες, και εγώ θα τον σηκώσω.
16 Ο Ιησούς λέει σ' αυτήν: Μαρία.
Εκείνη, αφού στράφηκε, λέει σ' αυτόν: Ραββουνί! (που, σημαίνει: Δάσκαλε).
17 Ο Ιησούς λέει σ' αυτήν: Μη με αγγίζεις· επειδή, δεν ανέβηκα ακόμα προς τον Πατέρα μου· αλλά, πήγαινε στους αδελφούς μου, και πες τους: Ανεβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας, και Θεό μου και Θεό σας.
18 Η Μαρία η Μαγδαληνή έρχεται και αναγγέλλει στους μαθητές ότι είδε τον Κύριο, και ότι της είπε αυτά.
Μάρκος 16:1-12
1 ΚΑΙ αφού πέρασε το σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα τού Ιακώβου, και η Σαλώμη, αγόρασαν αρώματα, για νάρθουν να τον αλείψουν. 2 Και πολύ πρωί, την πρώτη ημέρα τής εβδομάδας, έρχονται στον τάφο, όταν ανέτειλε ο ήλιος.
3 Και αναμεταξύ τους έλεγαν: Ποιος θα αποκυλίσει σε μας την πέτρα από τη θύρα τού μνήματος; 4 Και, καθώς σήκωσαν το βλέμμα τους, παρατηρούν ότι η πέτρα ήταν ήδη αποκυλισμένη· επειδή, ήταν υπερβολικά μεγάλη.
5 Και όταν μπήκαν στο μνήμα, είδαν έναν νεανία να κάθεται στα δεξιά, ντυμένον με άσπρη στολή· και τρόμαξαν. 6 Και εκείνος λέει σ' αυτές: Μη τρομάζετε· τον Ιησού ζητάτε, τον Ναζαρηνό, τον σταυρωμένο· αναστήθηκε, δεν είναι εδώ· δέστε, ο τόπος όπου τον είχαν βάλει. 7 Αλλά, πηγαίνετε, πείτε στους μαθητές του, και στον Πέτρο, ότι πηγαίνει πριν από σας στη Γαλιλαία· εκεί θα τον δείτε, όπως σας είχε πει.
8 Και αφού βγήκαν γρήγορα έξω, έφυγαν από το μνήμα· αλλά τις κατείχε τρόμος και έκσταση· και δεν είπαν τίποτε σε κανέναν· επειδή, φοβόνταν.
9 Και αφού αναστήθηκε το πρωί τής πρώτης ημέρας τής εβδομάδας, φάνηκε πρώτα στη Μαρία τη Μαγδαληνή, από την οποία είχε βγάλει επτά δαιμόνια. 10 Εκείνη πήγε και το ανήγγειλε σ' αυτούς που είχαν σταθεί μαζί του, ενώ πενθούσαν και έκλαιγαν. 11 Και εκείνοι, όταν άκουσαν ότι ζει και ότι αυτή τον είδε, δεν πίστεψαν.
12 Και μετά απ' αυτά, φανερώθηκε με άλλη μορφή σε δύο απ' αυτούς, ενώ περπατούσαν και πήγαιναν στο χωράφι.
Έξοδος 12:3-14
3 Να μιλήσετε σε ολόκληρη τη συναγωγή τού Ισραήλ, λέγοντας: Τη δέκατη ημέρα αυτού του μήνα ας πάρουν για τον εαυτό τους κάθε ένας ένα αρνί, σύμφωνα με τις οικογένειες των πατριών τους, ένα αρνί για κάθε οικογένεια. 4 Αν, όμως, εκείνοι που είναι στην οικογένεια είναι λιγοστοί για το αρνί, αυτός και ο γείτονάς του, που είναι πλησιέστερος στο σπίτι του, ας το πάρουν σύμφωνα με τον αριθμό των ψυχών· κάθε ένας θα συγκαταριθμείται για το αρνί, ανάλογα με όσο του χρειάζεται να φάει. 5 Και το αρνί σας θα είναι τέλειο, αρσενικό, χρονιάρικο· από τα πρόβατα ή από τις κατσίκες θα το πάρετε. 6 Και θα το διαφυλάττε μέχρι τη 14η ημέρα τού ίδιου μήνα· και τότε, ολόκληρο το πλήθος τής συναγωγής τού Ισραήλ θα το σφάξει προς την εσπέρα. 7 Και θα πάρουν από το αίμα και θα βάλουν επάνω στους δύο παραστάτες, κι επάνω στο ανώφλι τής θύρας των σπιτιών, όπου θα το φάνε. 8 Και θα φάνε το κρέας εκείνη τη νύχτα, ψητό στη φωτιά· με άζυμα, και με χόρτα πικρά, θα το φάνε· 9 μη φάτε απ' αυτό ωμό ούτε βραστό σε νερό, αλλά ψητό σε φωτιά· το κεφάλι του μαζί με τα πόδια του και μαζί με τα εντόσθιά του· 10 και μη αφήσετε υπόλοιπο απ' αυτό μέχρι το πρωί· και ό,τι περισσεύσει απ' αυτό μέχρι το πρωί, κάψτε το στη φωτιά.
11 Και θα το φάτε ως εξής· ζωσμένοι τις οσφύες σας, έχοντας τα υποδήματά σας στα πόδια σας, και τη ράβδο σας στο χέρι σας· και θα το φάτε με βιασύνη· είναι Πάσχα τού Κυρίου.
12 Επειδή, αυτή τη νύχτα θα περάσω μέσα από τη γη τής Αιγύπτου, και θα χτυπήσω κάθε πρωτότοκο στη γη τής Αιγύπτου, από άνθρωπο μέχρι κτήνος· και θα κάνω κρίσεις ενάντια σε όλους τους θεούς τής Αιγύπτου. Εγώ ο Κύριος. 13 Και το αίμα θα είναι σε σας για σημείο επάνω στα σπίτια σας, στα οποία κατοικείτε· και όταν δω το αίμα, θα σας παρατρέξω, και η πληγή δεν θα είναι σε σας για να σας εξολοθρεύσει, όταν χτυπήσω τη γη τής Αιγύπτου.
14 Και η ημέρα αυτή θα είναι σε σας σε ενθύμηση· και θα γιορτάσετε αυτή τη γιορτή στον Κύριο στις γενεές σας· ως έναν παντοτινό νόμο θα τη γιορτάζετε.
Γένεση 4:7
7 ουκ εαν ορθως προσενεγκης ορθως δε μη διελης ημαρτες ησυχασον προς σε η αποστροφη αυτου και συ αρξεις αυτου
Ψαλμοί 110:1
1 Είπεν ο Κύριος προς τον Κύριόν μου, Κάθου εκ δεξιών μου, εωσού θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου.
Α' Κορινθίους 13:12
12 Διότι τώρα βλέπομεν διά κατόπτρου αινιγματωδώς, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον· τώρα γνωρίζω κατά μέρος, τότε δε θέλω γνωρίσει καθώς και εγνωρίσθην.
Γένεση 1
1 Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην.
2 Η δε γη ήτο άμορφος και έρημος· και σκότος επί του προσώπου της αβύσσου. Και πνεύμα Θεού εφέρετο επί της επιφανείας των υδάτων.
3 Και είπεν ο Θεός, Γενηθήτω φώς· και έγεινε φώς· 4 και είδεν ο Θεός το φως ότι ήτο καλόν· και διεχώρισεν ο Θεός το φως από του σκότους· 5 και εκάλεσεν ο Θεός το φως, Ημέραν· το δε σκότος εκάλεσε, Νύκτα. Και έγεινεν εσπέρα και έγεινε πρωΐ, ημέρα πρώτη.