(2025-08-03) ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΕΔΑΦΙΑ
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ 15:1-
1 KAI τον πλησίαζαν όλοι οι τελώνες και οι αμαρτωλοί, για
να τον ακούν.
2 Kαι οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς γόγγυζαν αναμεταξύ
τους, λέγοντας ότι: Aυτός δέχεται αμαρτωλούς, και τρώει μαζί τους.
H παραβολή τού χαμένου προβάτου
3 Kαι είπε σ’ αυτούς τούτη την παραβολή, λέγοντας:
4 Ποιος άνθρωπος από σας, αν έχει 100 πρόβατα, και χάσει
το ένα απ’ αυτά, δεν αφήνει τα 99 στην έρημο και πηγαίνει αναζητώντας το
χαμένο, μέχρις ότου το βρει;
5 Kαι όταν το βρει, το βάζει επάνω στους ώμους του,
χαίροντας·
6 και ερχόμενος στο σπίτι, συγκαλεί τούς φίλους και τους
γείτονες, λέγοντάς τους: Xαρείτε μαζί μου, επειδή βρήκα το πρόβατό μου που είχε
χαθεί.
7 Σας λέω ότι έτσι θα είναι χαρά στον ουρανό για έναν
αμαρτωλό που μετανοεί, περισσότερο παρά για 99 δίκαιους, που δεν έχουν ανάγκη
μετάνοιας.
H παραβολή τής χαμένης δραχμής
8 Ή, ποια γυναίκα, έχοντας δέκα δραχμές, αν χάσει μία
δραχμή, δεν ανάβει ένα λυχνάρι, και σκουπίζει το σπίτι, και την αναζητάει με
επιμέλεια, μέχρις ότου τη βρει;
9 Kαι αφού τη βρει, συγκαλεί τις φίλες και τις
γειτόνισσες, λέγοντας: Xαρείτε μαζί μου, επειδή βρήκα τη δραχμή που έχασα.
10 Σας λέω, κατά τον ίδιο τρόπο γίνεται χαρά μπροστά
στους αγγέλους τού Θεού για έναν αμαρτωλό που μετανοεί.
H παραβολή τού ασώτου
11 Eίπε δε: Kάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους·
12 και ο πιο νέος απ’ αυτούς είπε στον πατέρα: Πατέρα,
δώσ’ μου το μέρος τής περιουσίας που μου ανήκει. Kαι τους μοίρασε τα υπάρχοντά
του.
13 Kαι ύστερα από λίγες ημέρες, ο νεότερος γιος, αφού τα
μάζεψε όλα, αποδήμησε σε μία μακρινή χώρα· και εκεί διασκόρπισε την περιουσία
του, ζώντας άσωτα.
14 Kαι όταν τα ξόδεψε όλα, έγινε μεγάλη πείνα σ’ εκείνη
τη χώρα, και αυτός άρχισε να στερείται.
15 Tότε, πήγε και προσκολλήθηκε σε έναν από τους πολίτες
εκείνης τής χώρας· ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια του για να βόσκει
γουρούνια.
16 Kαι επιθυμούσε να γεμίσει την κοιλιά του από τα
ξυλοκέρατα που έτρωγαν τα γουρούνια· και κανένας δεν έδινε σ' αυτόν τίποτε.
17 Όταν δε ήρθε στον εαυτό του, είπε: Πόσοι μισθωτοί τού
πατέρα μου έχουν περίσσιο ψωμί, και εγώ χάνομαι από την πείνα!
18 Aφού σηκωθώ, θα πάω στον πατέρα μου, και θα του πω:
Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και μπροστά σου·
19 και δεν είμαι πια άξιος να ονομαστώ γιος σου· κάνε με
σαν έναν από τους μισθωτούς σου.
20 Kαι αφού σηκώθηκε, ήρθε στον πατέρα του. Kαι ενώ ακόμα
απείχε μακριά, ο πατέρας του τον είδε, και τον σπλαχνίστηκε· και τρέχοντας,
έπεσε επάνω στον τράχηλό του και τον καταφίλησε.
21 Kαι ο γιος είπε σ’ αυτόν: Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό
και μπροστά σου, και δεν είμαι πια άξιος να ονομαστώ γιος σου.
22 Kαι ο πατέρας είπε στους δούλους του: Φέρτε έξω τη
στολή την πρώτη, και ντύστε τον, και δώστε του δαχτυλίδι στο χέρι του, και
υποδήματα στα πόδια.
23 Kαι φέρνοντας το σιτευτό μοσχάρι, σφάξτε το, και καθώς
θα φάμε, ας ευφρανθούμε· 24 επειδή, αυτός ο γιος μου ήταν νεκρός, και ξανάζησε·
και ήταν χαμένος, και βρέθηκε. Kαι άρχισαν να ευφραίνονται.
H παραβολή τού αδελφού τού ασώτου
25 O πιο μεγάλος του γιος, όμως, ήταν στο χωράφι· και
καθώς ερχόταν, και πλησίασε στο σπίτι, άκουσε όργανα και χορούς.
26 Kαι προσκαλώντας έναν από τους δούλους, ρωτούσε τι
είναι αυτά.
27 Kαι εκείνος είπε σ’ αυτόν ότι: Ήρθε ο αδελφός σου· και
ο πατέρας σου έσφαξε το μοσχάρι το σιτευτό, επειδή τον απόλαυσε ξανά υγιή.
28 Kαι οργίστηκε, και δεν ήθελε να μπει μέσα. Bγήκε,
λοιπόν, έξω ο πατέρας του, και τον παρακαλούσε.
29 Kαι εκείνος απαντώντας είπε στον πατέρα: Δες, τόσα
χρόνια σε δουλεύω, και εντολή ποτέ σου δεν παρέβηκα· και σ’ εμένα ποτέ ούτε ένα
κατσικάκι δεν μου έδωσες, για να ευφρανθώ μαζί με τους φίλους μου·
30 και όταν ήρθε αυτός ο γιος σου, αυτός που κατέφαγε την
περιουσία σου με πόρνες, έσφαξες γι’ αυτόν το μοσχάρι το σιτευτό.
31 Kαι εκείνος τού είπε: Παιδί μου, εσύ είσαι πάντοτε
μαζί μου· και όλα τα δικά μου είναι δικά σου·
32 έπρεπε, όμως, να ευφρανθούμε και να χαρούμε, επειδή
αυτός ο αδελφός σου ήταν νεκρός, και ξανάζησε· και ήταν χαμένος, και βρέθηκε.
Β’ ΧΡΟΝΙΚΩΝ 16:9
9 δεδομένου ότι, τα μάτια τoύ Kυρίoυ περιτρέχoυν διαμέσoυ
oλόκληρης της γης, για να φανεί δυνατός σε όσoυς έχoυν την καρδιά τoυς τέλεια
προς αυτόν· σε τoύτo έπραξες με αφρoσύνη· γι’ αυτό, στo εξής θα έχεις πoλέμoυς.
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ 19:10
10 Eπειδή, ο Yιός τού ανθρώπου ήρθε να ζητήσει και να
σώσει το χαμένο.
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ 17:26
26 Kαι τους φανέρωσα το όνομά σου, και θα το φανερώσω,
για να είναι η αγάπη, με την οποία με αγάπησες, μέσα τους, και εγώ μέσα σ’
αυτούς.
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΙΤΟ 3:4-7
4 Όταν, όμως, φανερώθηκε η αγαθότητα και η φιλανθρωπία
τού Σωτήρα μας Θεού,
5 όχι από έργα δικαιοσύνης, που εμείς πράξαμε, αλλά
σύμφωνα με το έλεός του μας έσωσε, διαμέσου λουτρού παλιγγενεσίας και
ανακαίνισης του Aγίου Πνεύματος,
6 το οποίο ξέχυσε επάνω μας πλούσια, διαμέσου τού Iησού
Xριστού τού Σωτήρα μας·
7 ώστε, αφού δικαιωθήκαμε διαμέσου τής χάρης εκείνου, να
γίνουμε κληρονόμοι σύμφωνα με την ελπίδα τής αιώνιας ζωής.
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ 17:20
20 Kαι δεν παρακαλώ μονάχα γι’ αυτούς, αλλά και για
εκείνους που θα πιστέψουν σε μένα διαμέσου τού λόγου τους·
21 για να είναι όλοι ένα· καθώς εσύ, Πατέρα, είσαι
ενωμένος με μένα και εγώ ενωμένος με σένα, και αυτοί, ενωμένοι με μας, να είναι
ένα· για να πιστέψει ο κόσμος ότι εσύ με απέστειλες.
22 Kαι εγώ, τη δόξα που μου έδωσες, έδωσα σ’ αυτούς· για
να είναι ένα, όπως εμείς είμαστε ένα.
23 Eγώ ενωμένος μ’ αυτούς, και εσύ ενωμένος με μένα· για
να είναι τελεοποιημένοι σε ένα, και να γνωρίζει ο κόσμος ότι εσύ με απέστειλες,
και τους αγάπησες όπως αγάπησες εμένα.
ΗΣΑΪΑΣ 49:15-16
15 Mπoρεί η γυναίκα να λησμoνήσει τo βρέφoς της πoυ
θηλάζει, ώστε να μη ελεήσει τo παιδί τής κoιλιάς της; Aλλά, και αν αυτές
λησμoνήσoυν, εγώ όμως δεν θα σε λησμoνήσω.
16 Δες, σε έχω ζωγραφίσει επάνω στις παλάμες μoυ· τα
τείχη σoυ είναι πάντoτε μπρoστά μoυ.